Ο χρόνος κυλάει, ο χρόνος τρέχει, ο χρόνος μένει ακίνητος, ανάλογα με τη στιγμή και με τον άνθρωπο.
Με άλλα λόγια, το πόσο χρόνος πέρασε, είναι μια υποκειμενική εμπειρία που εν πολλοίς αποτελεί ένα αίνιγμα για την επιστήμη.
Τώρα, για πρώτη φορά, Πορτογάλοι επιστήμονες έκαναν ένα βήμα διαλεύκανσης του μυστηρίου, ανακαλύπτοντας στον εγκέφαλο πειραματόζωων ορισμένους νευρώνες που φαίνεται να ρυθμίζουν τη βίωση του χρόνου.
Οι ερευνητές του Κέντρου Champalimaud για το Άγνωστο, στη Λισαβώνα, με επικεφαλής τον Τζόζεφ Πάτον, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Science», πιστεύουν ότι έχουν πλέον μια νευροβιολογική εξήγηση για το πώς ο εγκέφαλος παράγει την εκτίμηση του χρόνου. Αλλά επίσης, έδειξαν ότι είναι δυνατό, με τη χειραγώγηση των κατάλληλων νευρώνων, να χειραγωγηθεί το βίωμα του χρόνου.
Τα πειράματα σε ποντίκια έφεραν στο φως μια ομάδα βαθιών νευρώνων που, με τις κατάλληλες έξωθεν επεμβάσεις, κάνουν τα ζώα να υπερεκτιμούν ή να υποεκτιμούν τη διάρκεια ενός καθορισμένου χρονικού διαστήματος. Με άλλα λόγια, να νομίζουν ότι πέρασε περισσότερος ή λιγότερος χρόνος από ό,τι πραγματικά συνέβη.
Αντίθετα με πιο χειροπισαστά πράγματα, όπως η όραση ή η ακοή, που έχουν συγκεκριμένα όργανα (μάτια και αυτιά) και αντίστοιχα εγκεφαλικά κέντρα, το πέρασμα του χρόνου δεν έχει κάποιο όργανο, ούτε είχε έως τώρα βρεθεί κάποιο σχετικό κέντρο στον εγκέφαλο. Για κάθε ξεχωριστό άνθρωπο, ο χρόνος κυλάει με ξεχωριστό τρόπο σε κάθε ξεχωριστή στιγμή, ανάλογα με τα συναισθήματά του, την προσοχή και τα κίνητρά του (χωρίς να λάβουμε υπόψη το ακόμη μεγαλύτερο πρόβλημα, ότι σύμφωνα με μερικούς φυσικούς, αντικειμενικός χρόνος στην πραγματικότητα δεν υπάρχει).
Όμως η εκτίμηση του χρόνου που πέρασε, ήταν ανέκαθεν ζωτική για κάθε ζώο, αν μη τι άλλο για λόγους επιβίωσης. Η νέα μελέτη επιβεβαιώνει ότι η βίωση του χρόνου σχετίζεται με ορισμένους νευρώνες που απελευθερώνουν το νευροδιαβιβαστή ντοπαμίνη και οι οποίοι βρίσκονται στη λεγόμενη «συμπαγή μοίρα της μέλαινας ουσίας». Στους ανθρώπους η καταστροφή αυτής της εγκεφαλικής περιοχής προκαλεί τη νόσο Πάρκινσον, η οποία, μεταξύ άλλων, αλλοιώνει την υποκειμενική αίσθηση του χρόνου.
Με κάποιο τρόπο, οι ερευνητές εκπαίδευσαν -μετά από προσπάθειες μηνών- τα πειραματόζωα να εκτιμούν αν η διάρκεια ενός χρονικού διαστήματος ανάμεσα σε δύο διαδοχικούς ήχους ήταν μικρότερο ή μεγαλύτερο από ενάμισι δευτερόλεπτο.
Στη συνέχεια, μέσω της τεχνικής της οπτογενετικής (δηλαδή της χρήσης του φωτός για τη χειραγώγηση των νευρώνων), παραπλάνησαν τα ποντίκια να νομίζουν ότι είχε περάσει περισσότερος ή λιγότερος χρόνος από τον πραγματικό. Οι επιστήμονες συμπέραναν ότι ξεγέλασαν τα ποντίκια από την αλλαγή στη συμπεριφορά των ζώων, καθώς ασφαλώς δεν μπορούν να ξέρουν πώς ένα ποντίκι αντιλαμβάνεται υποκειμενικά τον χρόνο.
«Το βασικό μας εύρημα είναι πως δείξαμε ότι η δραστηριότητα των εν λόγω νευρώνων είναι επαρκής για να αλλάξει τον τρόπο που τα ζώα αντιλαμβάνονται το πέρασμα του χρόνου» δήλωσε ο Πάτον.
Το ερώτημα πλέον είναι κατά πόσο κάτι ανάλογο συμβαίνει στους ανθρώπους. Οι ερευνητές θεωρούν πολύ πιθανό ότι ένα παρόμοιο νευρωνικό κύκλωμα υπάρχει στον ανθρώπινο εγκέφαλο - και είναι δυνατό να χειραγωγηθεί εξίσου καλά.
Οπότε ίσως κάποτε όλοι -με το κατάλληλο εγκεφαλικό «τρικ»- να μπορούν να επιβραδύνουν το εσωτερικό «ρολόι» τους τόσο, ώστε να νιώθουν κατά βούληση σαν τους αιώνια ερωτευμένους, για τους οποίους ο χρόνος έχει σταματήσει!
ΠΗΓΗ